ψαφαρά

ψαφαρά
ψαφαρός
friable
neut nom/voc/acc pl
ψαφαρά̱ , ψαφαρός
friable
fem nom/voc/acc dual
ψαφαρά̱ , ψαφαρός
friable
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ψαφαρᾷ — ψαφαρός friable fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψαφαράν — ψαφαρά̱ν , ψαφαρός friable fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αντιγόνεια — I Ονομασία αρχαίων ελληνικών πόλεων, οι οποίες αναφέρονται και ως Αντιγονία. 1. Πόλη στη Βόρεια Ήπειρο. Ιδρύθηκε είτε το 274 π.Χ. από τον Πύρρο για να τιμήσει τη σύζυγό του Αντιγόνη ή, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, το 263 π.Χ. από τον Αντίγονο Γονατά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”